Μια γλυκιά κυρία η Ραμελί
όλο αγάπη πιάνει τα φλιτζάνια,
σιγομουρμουρά στη ζάχαρη λόγια ήθους
και στον καφέ αυτά που μόνο ξέρει Αυτή.
Στο νερό δε μιλά,
αμίλητο νερό,
ξέρει απο που ήρθε,
και αυτή,
και αυτό.
Κάπως τυχαίνει καμιά φορά,
ένα παράθυρο έξω απ'τον κόσμο.
Όλοι οι πλανήτες μικροί,
τα κβάζαρ, οι γαλαξίες,
σαν παλαμίτσες μικρού παιδιού,
αφήνουν χνάρια στο τζάμι του.
Η Ραμελί γελά
Όχι γενικά, τώρα εννοώ.
Η πιο ωραία γυναίκα.
Όσοι την αγάπησαν πάθαν το θάνατο της αλεπούς!
Τώρα γελούν μαζί της.
Όσοι την αγάπησαν ακόμα πιο πολύ
τους φανερώθηκε ακόμα πιο ωραία,
τόσο που πια τα λόγια ξεφτουν
ακόμα και στην παραδοχή της ανημπόριας τους.
Σαν ένα χνάρι προς το άβατο,
την έκπληξη της παύσης
την απροσδόκητη, ανέλπιστη βασιλεία.
Κάνει δίνη μες την κούπα το κουτάλι.
Πιάνει, τον δίνει με το χέρι το δεξί
κι απο τα χείλη ακούμπισμα
και στο καταπινάρι
φυτρώνουν άνθη, δάση, ελάφια, πεταλούδες
ζώα του εδώ αλλά και του εκεί,
ρέει το υγρό στο σώμα,
μα ρέει και κάτι ακόμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου